Δράση χρηματοδότησης – ενίσχυσης των επιχειρήσεων του βιοτεχνικού κλάδου που πλήττονται κατά την περίοδο της ενεργειακής κρίσης ζητά το Βιοτεχνικό Επιμελητήριο Πειραιά με επιστολή του προς την ηγεσία του Υπουργείου Ανάπτυξης και Επενδύσεων.
Το Βιοτεχνικό Επιμελητήριο Πειραιά προτείνει τον σχεδιασμό άμεσα παρεχόμενης επιχορήγησης που θα καλύψει με τη μορφή κεφαλαίου κίνησης -μη επιστρεπτέο – μελλοντικές λειτουργικές δαπάνες και αγορές πρώτων υλών προκειμένου να εξασφαλιστεί μέρος της απαιτούμενης ρευστότητας για την συνέχιση των οικονομικών δραστηριοτήτων και της λειτουργίας των επιχειρήσεων, στηρίζοντας εμμέσως και τη διατήρηση θέσεων εργασίας. Στο πλαίσιο αυτό, ζητάμε την άμεση διασφάλιση επαρκούς ρευστότητας των μικρομεσαίων επιχειρήσεων της μεταποίησης και τη διατήρηση της συνέχειας της οικονομικής δραστηριότητας κατά τη διάρκεια της εμπόλεμης κατάστασης και της ενεργειακής κρίσης, με την άμεση παροχή ενισχύσεων στις επιχειρήσεις των μεταποιητικού κλάδου, το ύψος των οποίων θα συσχετιστεί με γενικά έξοδα και το κόστος των πρώτων υλών το 2019 της κάθε επιχείρησης.
Ο Πρόεδρος του Βιοτεχνικού Επιμελητηρίου Πειραιά, κ. Παπαμανώλης- Ντόζας, δήλωσε :
«Η ενεργειακή κρίση είναι εδώ, και οι βιοτέχνες που αποτελούν τον παραγωγικό ιστό της χώρας μας καλούνται να ανταπεξέλθουν στις περιβαλλοντικές και ψηφιακές απαιτήσεις του νέου επιχειρηματικού μοντέλου και παράλληλα να επιβιώσουν καθώς οι λειτουργικές τους δαπάνες έχουν αυξηθεί σημαντικά.
Η μεταποίηση, ο βιοτεχνικός κλάδος, είναι το μέλλον της χώρας και θα πρέπει άμεσα να στηριχθεί ουσιαστικά με μέτρα ενίσχυσης ήτοι επιδότησης και όχι δανεισμού.
Οι κυρώσεις που επιβλήθηκαν λόγω της εμπόλεμης κατάστασης από την ΕΕ ή τους διεθνείς εταίρους της και τα αντίμετρα που ελήφθησαν, έχουν δημιουργήσει σημαντικές οικονομικές αβεβαιότητες, έχουν διαταράξει τις εμπορικές ροές και τις αλυσίδες εφοδιασμού και έχουν άμεσες ή έμμεσες επιπτώσεις που επηρεάζουν τον μεταποιητικό – βιοτεχνικό κλάδο ο οποίος δεν σταμάτησε «τις μηχανές παραγωγής» ακόμα και τόσο μέσα στην οικονομικοκοινωνική κρίση όσο και στην κρίση του κορονοϊού.
Το πρόβλημα εντοπίζεται τόσο στις αγορές πρώτων υλών όσο και στην ενέργεια αλλά και στην αδυναμία εξαγωγών προϊόντων της Ελλάδας και της ΕΕ προς την Ουκρανία, τη Ρωσία και τη Λευκορωσία. Ακόμη και υγιείς επιχειρήσεις οι οποίες είναι καλά προετοιμασμένες για τους εγγενείς κινδύνους της επιχειρηματικής δραστηριότητας, αντιμετωπίζουν σοβαρές δυσκολίες σε αυτές τις εξαιρετικές περιστάσεις, σε βαθμό που υπονομεύεται πλέον η βιωσιμότητά τους.
Δεν θέλουμε να σταματήσουν οι μηχανές να παράγουν, δεν θέλουμε να δούμε λουκέτα σε εταιρείες που στήριξαν την ελληνική οικονομία σε δύσκολες συνθήκες. Αυτές τις επιχειρήσεις πρέπει να τις επιβραβεύσουμε και να τις στηρίξουμε να ανταπεξέλθουν στις νέες προκλήσεις και να παραμείνουν βιώσιμες στο νέο επιχειρηματικό μοντέλο».