Η Διεθνής διάσταση
Προσφέροντας μια αναντικατάστατη υπηρεσία
Η ναυτιλία προσφέρει μια αναντικατάστατη υπηρεσία για την παγκόσμια οικονομία. Οι θαλάσσιες μεταφορές αποτελούν προϋπόθεση για την ευημερία δισεκατομμυρίων ανθρώπων παγκοσμίως, καθώς το 90% σχεδόν των εμπορευμάτων μεταφέρονται με πλοία. Το παγκόσμιο εμπόριο μέσω θαλάσσης αυξήθηκε κατά 2,4%1 το 2023, φθάνοντας τους 12,3 δισεκατομμύρια τόνους, με το μεγαλύτερο μέρος αυτών να αφορά τους τομείς χύδην ξηρού φορτίου (44,2%) και δεξαμενόπλοιων (25,2%).
Αν επιπλέον ληφθεί υπόψη και η απόσταση που διανύεται, ο τομέας της bulk/tramp ναυτιλίας, αποτελεί όχι μόνο τον μεγαλύτερο κλάδο της ναυτιλίας (καθώς αντιπροσωπεύει το 85% σχεδόν των συνολικών τονο-μιλίων) αλλά είναι και ο βασικός παράγοντας για τη ραγδαία αύξηση του παγκόσμιου θαλάσσιου εμπορίου, κατά τις τελευταίες δύο δεκαετίες.
Η ναυτιλία, ως κλάδος, χαρακτηρίζεται από ανθεκτικότητα και προσαρμοστικότητα, ιδιαίτερα σε έκτακτες καταστάσεις και κρίσεις όπως η πανδημία COVID-19, οι γεωπολιτικές εντάσεις και οι ένοπλες συγκρούσεις. Παρέχει έτσι τις ανεκτίμητες υπηρεσίες της κάτω από οποιεσδήποτε συνθήκες.
Η ναυτιλία είναι η ζωογόνος δύναμη της παγκόσμιας οικονομίας, μεταφέροντας απαραίτητα αγαθά για την ευημερία των ανθρώπων σε όλο τον κόσμο.
Ο καθοριστικός ρόλος της ελληνικής ναυτιλίας
Οι Έλληνες εφοπλιστές ελέγχουν πάνω από το 20% του παγκόσμιου εμπορικού στόλου σε όρους χωρητικότητας dwt, καθιστώντας την Ελλάδα τη μεγαλύτερη σε όρους πλοιοκτησίας χώρα στον κόσμο. Ο ελληνόκτητος εμπορικός στόλος, είναι ο μεγαλύτερος στον κόσμο, παρουσιάζοντας σταθερή ανάπτυξη. Την τελευταία μάλιστα δεκαετία, η συνολική χωρητικότητα του ελληνικού εμπορικού στόλου, που αποτελείται από 5.543 πλοία, έχει αυξηθεί κατά 53,5%.
Ο ελληνόκτητος στόλος είναι επίσης ο μεγαλύτερος cross-trader στον κόσμο, καθώς διακινεί φορτία μεταξύ τρίτων χωρών σε ποσοστό πάνω από 98% της χωρητικότητάς του. Αυτό το χαρακτηριστικό της ελληνικής ναυτιλίας, μαζί φυσικά με τη συνολική μεταφορική ικανότητα που διαθέτει, την καθιστούν απόλυτα απαραίτητη για το παγκόσμιο εμπόριο.
Η ελληνική ναυτιλία δραστηριοποιείται κυρίως στον τομέα της bulk/tramp ναυτιλίας, που εξειδικεύεται στη μεταφορά προϊόντων, όπως σιτηρά και γεωργικά προϊόντα, πετρέλαιο και φυσικό αέριο, σίδηρος, βωξίτης, αλουμίνιο και άλλα μεταλλεύματα, άνθρακα, λιπάσματα, χάλυβα, χημικά και δασικά προϊόντα. Ως εκ τούτου, μεταφέρει βασικά αγαθά που είναι αναγκαία για την επιβίωση και την ευημερία των πληθυσμών σε όλο τον πλανήτη. Καθώς ο τομέας της bulk/tramp ναυτιλίας χαρακτηρίζεται από ευελιξία, ο ελληνόκτητος στόλος έχει την ικανότητα να προσαρμόζεται άμεσα σε μεταβαλλόμενες ή νέες εμπορικές ροές και πρότυπα.
Η ναυτιλία έχει εξασφαλίσει διαχρονικά πολύ χαμηλό κόστος μεταφοράς.
Αναμένεται ωστόσο, ότι η διατήρηση ενός τόσο χαμηλού κόστους μεταφοράς, θα είναι ολοένα και πιο δύσκολη στο μέλλον. Ο λόγος είναι ότι η ναυτιλία θα πρέπει να κινηθεί προς τη χρήση εναλλακτικών ναυτιλιακών καυσίμων, με χαμηλές ή μηδενικές εκπομπές άνθρακα, που παρουσιάζουν μεγάλη διαφορά στην τιμή από τα παραδοσιακά ορυκτά καύσιμα. Σχετικά πρόσφατα δεδομένα, δείχνουν ότι τα συμβατικά ορυκτά καύσιμα για τη ναυτιλία, μπορεί να είναι έως και 5-6 φορές φθηνότερα από τα βιοκαύσιμα και 10-12 φορές φθηνότερα από τα συνθετικά καύσιμα.
Ένας ενεργειακά αποδοτικός τρόπος μεταφοράς αγαθών για ένα βιώσιμο μέλλον
Η στρατηγική σημασία της ναυτιλίας και κατ’ επέκταση της ελληνικής ναυτιλίας, για το μέλλον του πλανήτη, αναδεικνύεται επίσης μέσα από την ενεργειακή αποδοτικότητα του κλάδου. Η ναυτιλία διαδραματίζει κυρίαρχο ρόλο στην αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής, επιδεικνύοντας αξιοσημείωτη πρόοδο στη μείωση των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου (Greenhouse Gas – GHG).
Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι, ότι ενώ το παγκόσμιο εμπόριο δια θαλάσσης έχει αυξηθεί ραγδαία, έχοντας σχεδόν διπλασιαστεί, σε λιγότερο από 25 χρόνια, οι εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα (CO2) που αποδίδονται στη ναυτιλία δεν παρουσιάζουν ανάλογη αύξηση. Αντίθετα, το ποσοστό των παγκόσμιων εκπομπών CO2 από τη ναυτιλία έχει μειωθεί, γεγονός που επιβεβαιώνει ότι η ναυτιλία αποτελεί το πιο ενεργειακά αποδοτικό μέσο μεταφοράς εμπορευμάτων. Συνεπώς, η ναυτιλία δε μεταφέρει μόνο το μεγαλύτερο μέρος του παγκόσμιου εμπορίου, αλλά βελτιώνει σταθερά και σημαντικά το περιβαλλοντικό της αποτύπωμα.
Η ελληνική ναυτιλία κατέχει την πρώτη θέση στον κόσμο και δραστηριοποιείται κυρίως στην bulk/tramp ναυτιλία, με σημαντική παρουσία σε όλους τους ναυτιλιακούς τομείς.
Η Ευρωπαϊκή διάσταση
Η ευρωπαϊκή ναυτιλία έχει διαδραματίσει καθοριστικό ρόλο στη διασφάλιση της ανταγωνιστικότητας της οικονομίας της ΕΕ για πολλές δεκαετίες, καθώς σχεδόν το 74% του εξωτερικού εμπορίου της ΕΕ, διεξάγεται μέσω θαλάσσης.
Αυτό έχει επιτευχθεί κυρίως με τη μεταφορά τεράστιων ποσοτήτων βασικών αγαθών, όπως τρόφιμα, πρώτες ύλες και ενεργειακά προϊόντα από/ προς και μεταξύ των ευρωπαϊκών χωρών, με σχετικά χαμηλό κόστος και με αξιόπιστο τρόπο.
Το 2023, το 76% του εξωτερικού εμπορίου αγροτικών προϊόντων της ΕΕ μεταφέρθηκε με πλοία, ενώ για ορισμένα προϊόντα, σχεδόν όλες οι ποσότητες εισαγωγών ή εξαγωγών διακινήθηκαν μέσω θαλάσσης, π.χ. κριθάρι (95%), σιτάρι (94%), σπόροι σόγιας (93%), ελαιόλαδο (93%), ρύζι (88%), τσάι (87%) και καφές (82%). Οι θαλάσσιες μεταφορές αντιπροσωπεύουν επίσης το μεγαλύτερο μέρος του εξωτερικού εμπορίου της ΕΕ σε άλλες σημαντικές πρώτες ύλες, όπως χημικά (80%), λιπάσματα (86%), σίδηρος και χάλυβας (83%) και κλωστοϋφαντουργικά προϊόντα (77%)8.
Επιπρόσθετα, η ναυτιλία αποτελεί καταλυτικό παράγοντα για την ενεργειακή ασφάλεια της ΕΕ, ιδιαίτερα λαμβάνοντας υπόψη τις πρόσφατες γεωπολιτικές εντάσεις και τις πολιτικές αποφάσεις για διαφοροποίηση των πηγών προμήθειας ενέργειας. Με δεδομένο ότι τα Κράτη Μέλη της ΕΕ βασίζονται σε πολύ μεγάλο βαθμό στην εισαγόμενη ενέργεια, είναι προφανές ότι χωρίς τη ναυτιλία η οικονομία της Ευρώπης θα κινδύνευε.
Η EE, δίνει έμφαση στην ενίσχυση της οικονομικής ασφάλειας και της ανταγωνιστικότητας των βιομηχανιών της έναντι άλλων χωρών και περιοχών του κόσμου. Η επιτυχία του Green Deal Industrial Plan που αποσκοπεί στην υποστήριξη της ανταγωνιστικότητας της πράσινης βιομηχανίας της ΕΕ και σε μια ταχεία μετάβαση στην κλιματική ουδετερότητα, καθώς και άλλων σχετικών νομοθετικών πρωτοβουλιών, βασίζονται σε μεγάλο βαθμό στη ναυτιλία. Για παράδειγμα, μέσω θαλάσσης μεταφέρονται ήδη οι μεγαλύτερες ποσότητες προϊόντων καθαρής ενέργειας προς/από την ΕΕ 71,9% για τα υγρά βιοκαύσιμα, 92,3% για τις ανεμογεννήτριες και 81,9% για τα φωτοβολταϊκά πάνελς.
Επιπλέον, η καθοριστική συμβολή της ευρωπαϊκής ναυτιλίας στην οικονομία της ΕΕ, αντανακλάται και στο ότι καταγράφεται σταθερά θετικό ισοζύγιο από τις υπηρεσίες θαλάσσιων μεταφορών. Αυτό μεταφράζεται σε δισεκατομμύρια ευρώ ετησίως, που εισπράττουν τα Κράτη Μέλη της ΕΕ, με το συνολικό ποσό σωρευτικά από το 2010 να υπερβαίνει τα 340 δισεκατομμύρια ευρώ, ακολουθώντας ανοδική πορεία τα τελευταία χρόνια. Προκειμένου να διατηρηθεί αυτή η τάση, η ΕΕ θα πρέπει να συνεχίσει να προωθεί ενεργά τη σύναψη Συμφωνιών Ελεύθερων Συναλλαγών με τρίτες χώρες, συμπεριλαμβανομένης της απελευθέρωσης των υπηρεσιών θαλάσσιων μεταφορών, με σκοπό τη διευκόλυνση των δραστηριοτήτων παγκοσμίως του στόλου που ελέγχεται από την ΕΕ.
Η ναυτιλία της ΕΕ είναι κλάδος στρατηγικής σημασίας για την ασφάλεια και την αυτονομία της ΕΕ και έχει καταλυτικό ρόλο για την ανταγωνιστικότητα των ευρωπαϊκών επιχειρήσεωνκαι τις ευρωπαϊκές εξαγωγές.