Βασίλης Κορκίδης Προέδρου Ε.Β.Ε.Π.
Η ευρωπαϊκή οικονομία, σύμφωνα με τους ειδικούς, βρίσκεται παγιδευμένη ανάμεσα στις δύο μεγαλύτερες οικονομίες του κόσμου και αδυνατεί να χρηματοδοτήσει τις δικές της βιομηχανίες που είναι κρίσιμες για το μέλλον. Η Ευρώπη κατακλύζεται από την κινεζική βιομηχανία και την αμερικανική τεχνολογία και επιταχύνει την οικονομική της παρακμή, εξάγοντας τις αποταμιεύσεις της. Ο πυρήνας του προβλήματος, βρίσκεται στο τεράστιο απόθεμα ιδιωτικών και θεσμικών κοινοτικών κεφαλαίων της Ευρώπης που δεν επενδύονται στην εσωτερική αγορά. Ακόμη και οι Ευρωπαίοι ιδιώτες, διαχειριστές κεφαλαίων, συνήθως επενδύουν τα χρήματα τους σε συντηρητικά περιουσιακά στοιχεία, όπως τα ακίνητα, και όταν θέλουν να αναλάβουν μεγαλύτερο ρίσκο τα τοποθετούν σε αμερικανικές τεχνολογίες, αντί να στηρίζουν επιχειρήσεις που καινοτομούν στην Ευρώπη.
Οι συνέπειες λοιπόν δεν είναι μελλοντικές, αλλά συμβαίνουν τώρα, με την Ευρώπη να μετατρέπεται σε μια «διπλή οικονομική αποικία», από τη μια, βιομηχανική αποικία των Κινέζων και από την άλλη, ψηφιακή αποικία των ΗΠΑ. Οι εταιρείες που υποστηρίζονται από venture capitals στις ΗΠΑ συγκέντρωσαν σχεδόν τέσσερις φορές περισσότερα κεφάλαια από τις αντίστοιχες εταιρείες στην Ευρώπη κατά το πρώτο εξάμηνο του 2025, σύμφωνα με στοιχεία του Pitch Book. Η Ευρώπη έχει άμεση ανάγκη από ιδιωτικά κεφάλαια για τη χρηματοδότηση της τεχνολογίας, η οποία είναι το μέλλον της. Οι ευρωπαίοι επενδυτές θα πρέπει να χρηματοδοτούν τις επιχειρήσεις υψηλού κινδύνου και υψηλής ανάπτυξης για να εξασφαλίσουν μελλοντική κυριαρχία. Εάν δεν αλλάξουν νοοτροπία θα συνεχίσουν να επενδύουν στον τουρισμό, στα ακίνητα και στην τεχνολογία των ΗΠΑ με τα χρήματα των επενδυτών να επιστρέψουν τελικά στις ΗΠΑ.
Σε σύγκριση με την ευρωπαϊκή, η παγκόσμια οικονομία ακολουθεί μέχρι στιγμής καλύτερη πορεία από την αναμενόμενη σε σύγκριση με τις εκτιμήσεις που έκαναν οι αναλυτές του ΟΟΣΑ πριν από μερικούς μήνες. Ωστόσο, σύμφωνα με τις αναθεωρημένες προβλέψεις, η νέα έκθεση τονίζει ότι δεν έχει ακόμη φανεί ο πλήρης αντίκτυπος των δασμών, καθώς προς το παρόν αντισταθμίζεται από τη δημοσιονομική στήριξη που καλύπτει την οικονομική επιβράδυνση της Κίνας. Ειδικότερα, ο ΟΟΣΑ σημειώνει ότι τα αποτελέσματα των δασμών ακόμη αποκαλύπτονται και ότι οι εξαγωγικές εταιρείες απορροφούν μεγάλο μέρος τους με μικρότερα περιθώρια κέρδους. Επίσης πολλές εταιρείες με καλή διαχείριση συγκέντρωσαν υψηλό όγκο αποθεμάτων πριν από την αύξηση των δασμών, όπως επιβεβαιώνεται από την μεγάλη αύξηση στις εισαγωγές εμπορευμάτων στις ΗΠΑ έως τα τέλη Αυγούστου, πριν τη βουτιά των εξαγωγών από την Κίνα στις ΗΠΑ κατά 33% στα τέλη Αυγούστου.
Η ανθεκτικότητα που επιδεικνύει μέχρι στιγμής η παγκόσμια οικονομία έχει ως αποτέλεσμα ο ΟΟΣΑ να ανεβάσει τις προβλέψεις για φέτος σε ανάπτυξη 3,3% από 3,2% πέρυσι, ενώ προηγουμένως ανέμενε ανάπτυξη 2,9%. Ωστόσο, διατήρησε αμετάβλητες τις προβλέψεις για το 2026 στο 2,9%, λέγοντας ότι η ώθηση από τα υψηλά αποθέματα που συγκεντρώθηκαν ενόψει των δασμών εξαντλείται ήδη και αρχίζει να επιβαρύνει την ανάπτυξη των επενδύσεων και του εμπορίου. Από την άλλη, η αμερικανική οικονομία αναμένεται να επιβραδυνθεί στο 1,8% το 2025 και στο 1,6% το 2026 από 2,8% πέρυσι, ενώ στη Κίνα η ανάπτυξη αναμένεται να επιβραδυνθεί το δεύτερο εξάμηνο του έτους πριν επιστρέψει σε υψηλά επίπεδα και στο 4,4% το 2026, ενώ αναμενόταν ανάπτυξη 4,3% το 2025 και 4,7% το 2026. Παράλληλα όμως η Κίνα προσπαθεί να αντισταθμίσει τις απώλειες από τις πωλήσεις στις ΗΠΑ, επιχειρώντας όπως δείχνουν τα στοιχεία, να διαφοροποιήσει τον εξαγωγικό προσανατολισμό της με στροφή προς την Ευρώπη.
Στην Ευρωζώνη, το εμπόριο και οι γεωπολιτικές εντάσεις φαίνεται να αποτελούν βαρίδι για την οικονομία, παρά τη μείωση των επιτοκίων δανεισμού από την ΕΚΤ. Σύμφωνα με τις προβλέψεις του ΟΟΣΑ, η οικονομία των 27 χωρών μελών αναμένεται να αναπτυχθεί με ρυθμό 1,2% φέτος έναντι προβλέψεων για 1% προηγουμένως. Για το 2026 εκτιμάται ρυθμός 1% έναντι προβλέψεων για 1,2% στη θερινή έκθεση. Οι αλλαγές εισάγονται σταδιακά στην ΕΕ, ενώ ορισμένες ευρωπαϊκές εταιρείες για να μην χάσουν την αμερικανική αγορά απορροφούν τους δασμούς και αποδέχονται, προς το παρόν, μικρότερα περιθώρια κέρδους. Αντίστοιχα η Κίνα, με όπλα την υψηλή ανταγωνιστικότητα των επιχειρήσεων της, το φθηνό της νόμισμα σε σύγκριση με το ακριβό ευρώ και την ισχυρή κρατική στήριξη έχει ξεκινήσει με έκρηξη εξαγωγών να πλημμυρίζει την Ευρώπη με φθηνά κινεζικά προϊόντα.
Η ΕΕ εξαρτάται ολοένα και περισσότερο ταυτόχρονα από τις ΗΠΑ και την Κίνα για επτά διαφορετικούς λόγους. Ο πρώτος βασικός λόγος είναι η ενεργειακή εξάρτηση από τις ΗΠΑ μετά την αποκοπή από το ρωσικό φυσικό αέριο, που δίνει στις ΗΠΑ μια ενεργειακή, γεωπολιτική και τεχνολογική επιρροή. Η Ευρώπη στράφηκε στο αμερικανικό LNG, σε αμερικανικές επενδύσεις ενέργειας, αμυντικής βιομηχανίας, υποδομών και σε συμβόλαια στρατηγικής ασφάλειας μέσω ΝΑΤΟ. Ο δεύτερος λόγος είναι η αμερικανική επιρροή σε άμυνα και fintech δεδομένα. Η Ευρώπη δεν έχει δικό της αυτοτελές τεχνολογικό ή χρηματοπιστωτικό πυλώνα με τις Big Tech, Google, Microsoft, Meta να ελέγχουν μεγάλο μέρος της ευρωπαϊκής ψηφιακής οικονομίας, ενώ υπό κεντρικό αμερικανικό έλεγχο παραμένουν οι τραπεζικές υποδομές και χρηματαγορές.
Ο τρίτος λόγος είναι η βιομηχανική εξάρτηση από την Κίνα, καθώς η Κίνα είναι ο βασικότερος προμηθευτής της ευρωπαϊκής βιομηχανίας που έχει κρίσιμα ελλείμματα σε πρώτες ύλες, σπάνιες γαίες, μπαταρίες, ηλεκτροκίνηση, φθηνή μεταποίηση προϊόντων, εξαρτημάτων και μηχανημάτων. Τέταρτος λόγος είναι ο κινεζικός έλεγχος κόμβων εμπορίου και logistics σε τουλάχιστον 15 μεγάλα ευρωπαϊκά λιμάνια και περίπου 90 εμπορευματικούς κόμβους να έχουν κινεζική συμμετοχή. Κινεζικές εταιρείες έχουν μερίδιο σε ενέργεια, υποδομές, data centers και logistics.
Ο πέμπτος βασικός λόγος είναι η αδυναμία μιας ευρωπαϊκής στρατηγικής αυτονομίας, αφού η ΕΕ δεν ολοκλήρωσε ποτέ ενιαία βιομηχανική στρατηγική, δεν αντέδρασε άμεσα στην ενεργειακή κρίση, δεν έχει ακόμα προστατευτεί αντίστοιχα των ΗΠΑ και της Κίνας, δεν επένδυσε έγκαιρα σε άμυνα, τεχνολογία, υποδομές και πρώτες ύλες, ενώ αδυνατεί να αποφασίζει γρήγορα λόγω των 27 κρατών-μελών. Έκτος λόγος είναι το dumping φθηνού κόστους από ΗΠΑ και Κίνα με αποτέλεσμα την αποβιομηχάνιση και εξάρτηση από εξωτερικούς παραγωγούς. Οι ΗΠΑ προσελκύουν ευρωπαϊκές βιομηχανίες με χαμηλό ενεργειακό κόστος και η Κίνα εξάγει σε Ευρώπη προϊόντα χαμηλού κόστους πιέζοντας την παραγωγή. Τέλος, ο έβδομος λόγος είναι η δημογραφική και επενδυτική υστέρηση, με τη γήρανση του πληθυσμού και τη μείωση διαθέσιμου εργατικού δυναμικού, καθώς και τις χαμηλές επενδύσεις σε R&D και ψηφιακή μετάβαση.
Όλα συνηγορούν πως ο αντίκτυπος από τις λανθασμένες ευρωπαϊκές επιλογές και οι επιπτώσεις στις οικονομίες των ευρωπαϊκών χωρών δεν θα αργήσουν να γίνουν αισθητές. Η ΕΕ πρέπει να σπεύσει να κάνει διορθωτικές κινήσεις για να επαναφέρει την εσωτερική ισορροπία προσφοράς και ζήτησης, καθώς και στο εμπορικό ισοζύγιο εισαγωγών και εξαγωγών. Ο όρος «διπλή οικονομική αποικία» για την Ευρώπη αποτυπώνει την πραγματικότητα ότι η ΕΕ «διπλοεξαρτάται» ολοένα και περισσότερο ταυτόχρονα από τις ΗΠΑ και την Κίνα. Από τις ΗΠΑ για ασφάλεια, ενέργεια, χρηματοδότηση και τεχνολογία και από την Κίνα για βιομηχανία, πρώτες ύλες, εφοδιαστική αλυσίδα και αγορά. Η εξέλιξη αυτή δεν είναι αποτέλεσμα μιας στιγμιαίας επιλογής, αλλά συνδυασμός γεωπολιτικών, ενεργειακών, τεχνολογικών και βιομηχανικών αδυναμιών. Αυτό συμβαίνει επειδή η ΕΕ δεν κατάφερε να διαμορφώσει αυτοδύναμη στρατηγική ισχύος, καθυστέρησε να θωρακίσει την παραγωγή της και δεν επένδυσε σε ενιαία βιομηχανική, αμυντική και ενεργειακή αυτονομία.


