ΤΟ ΦΑΙΝΟΜΕΝΟ TRUMP, ΤΟ ΛΑΚΤΙΣΜΑ ΣΤΑ ΟΠΙΣΘΙΑ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΈΝΩΣΗΣ ΚΑΙ Η ΕΛΛΑΔΑ ΣΤΗΝ ΠΑΡΑΔΟΣΙΑΚΗ ΜΙΖΕΡΙΑ ΤΗΣ

Aπο τον Ζαχαρία Καπλανίδη, Οικονοµολόγο

Είναι γεγονός, ότι τις τελευταίες 60 ημέρες, το φαινόμενο Trump, έχει απασχολήσει όλα τα μέσα μαζικής ενημέρωσης σ’ όλα τα μήκη και πλάτη του πλανήτη Γη, και έχει γίνει αντικείμενο ανάλυσης και συζήτησης, σε κάθε σαλόνι και τραπέζι καφενείου της χώρας μας και όχι μόνο.

Ως εκ τούτου, δεν σκοπεύω, στο συγκεκριμένο άρθρο, να αναφερθώ σε ιδιαίτερες αναλύσεις, πολιτικής και οικονομικής χροιάς, καταθέτοντας, αν μη τι άλλο, τις προσωπικές μου απόψεις, για το εν λόγω φαινόμενο. Γιατί σίγουρα περί φαινομένου πρόκειται, αφού οι απόψεις, αλλά κυρίως οι αποφάσεις, του προέδρου της Αμερικής, μέχρι σήμερα τουλάχιστον, έχουν προκαλέσει παγκόσμιο σοκ, σε όλα σχεδόν τα επίπεδα της οικονομικής και πολιτικής πραγματικότητας. Θα μου επιτρέψετε, μόνο επιγραμματικά να αναφερθώ σε κάποια high lights της στρατηγικής του, και αυτό μάλιστα προς χάρη της συνέχειας του άρθρου, που έχει μεγαλύτερη σημασία για τη χώρα μας, και την ευρύτερη οικογένεια της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Στα ιδιαίτερα λοιπόν σημαντικά και σοκαριστικά, κατατάσσω τις επιθετικές εμπορικές ενέργειες του προέδρου της Αμερικής, κυρίως προς τους παραδοσιακούς συμμάχους της χώρας, όπως λόγου χάρη, τον Καναδά και το Μεξικό, με τις οποίες μάλιστα χώρες έχει συνάψει ειδικές συμφωνίες ελεύθερου εμπορίου. Πέρα λοιπόν από τις οποιεσδήποτε οικονομικές συνέπειες, ένθεν κακείθεν, είναι εύλογο ότι ανοίγει ένα πολιτικό μέτωπο με τα Βόρεια και Νότια σύνορα της Αμερικής. Σημαντικό στρατηγικό λάθος, τη στιγμή μάλιστα, που λόγω της τήξης των πάγων στο Βόρειο Πόλο, δημιουργούνται νέες προοπτικές για θαλάσσιες μεταφορές και αξιοποίησης ορυκτού πλούτου. Η ιδέα της προσάρτησης του Καναδά σαν 51η Πολιτεία μοιάζει περισσότερο με όνειρο απατηλό.
Δεύτερον, ανοίγει ένα ιδιαίτερα επικίνδυνο μέτωπο, οικονομικό άρα και πολιτικό, με την Ευρωπαϊκή Ένωση των 27 Κρατών, με όχημα απαράδεκτα υψηλούς δασμούς σε εισαγόμενα προϊόντα από την Ευρωπαϊκή Ένωση.

Προφανώς και εδώ, υποτιμά τις συνέπειες αυτής της στρατηγικής του, ανοίγοντας μέτωπο με άλλον έναν παραδοσιακό σύμμαχο, όπως είναι η Ευρώπη των 500 σχεδόν εκατομμυρίων κατοίκων της, και τρίτης ισχυρότερης οικονομικής δύναμης στον κόσμο. Πάντα με όχημα τους υψηλούς δασμούς, προσπαθεί να προστατεύσει την εγχώρια βιομηχανία της από τον μεγάλο ανταγωνιστή της την Κίνα. Και τέλος σοκάρει την ίδια την αμερικανική κοινωνία, καταλύοντας δομές που έχουν να κάνουν με την υγεία, την παιδεία και γενικότερα τη δομή του κράτους.
Ταπεινή μου άποψη, όλα αυτά θα οδηγήσουν σε ακριβώς αντίθετα αποτελέσματα, αφού οι δασμοί σε εισαγόμενα προϊόντα θα αυξήσουν τον πληθωρισμό στην Αμερική, η τεχνική προστασία της βιομηχανίας θα είναι μόνο πρόσκαιρη, αφού ο προστατευτισμός, αποδεδειγμένα, μειώνει μεσομακροπρόθεσμα την εγχώρια ανταγωνιστικότητα και η εξαγωγική δυναμική της χώρας θα πληγεί αφού σίγουρα οι άλλες χώρες θα αντιδράσουν με ανάλογο τρόπο, δηλαδή αύξηση δασμών στα εισαγόμενα από την Αμερική προϊόντα.

Παράλληλα, τα επιτόκια στη χώρα θα παραμείνουν σε υψηλά επίπεδα με σημαντικές αρνητικές επιπτώσεις στην ανάπτυξη και την κατανάλωση.
Και κλείνοντας το κεφάλαιο Trump, να υπογραμμίσω, ότι το άνοιγμα προς τη Ρωσία με στόχο ίσως τη διάσπαση των BRICS, δεν πρόκειται να αποδώσει, γιατί ο Πούτιν δεν θα πέσει σ’ αυτή την παγίδα, γνωρίζοντας ότι ο νυν Πρόεδρος των ΗΠΑ θα είναι στο Οβάλ Γραφείο για 4 χρόνια και μετά ο επόμενος πρόεδρος θα επανέλθει, κατά πάσα πιθανότητα, στην κλασική σχέση Αμερικής Ρωσίας που βιώνουμε όλοι μας τουλάχιστον μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Προσπαθώ με δέος να μπω πραγματικά στη θέση του επόμενου προέδρου των ΗΠΑ. Θα τρέχει και δεν θα προλαβαίνει να μαζέψει τα ασυμμάζευτα.

Ας περάσουμε όμως στα καθ’ ημάς. Και αναφέρομαι στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Από την ιδρυτική της διακήρυξη στις αρχές του ‘50, έχει στηρίξει την οικονομική, πολιτική και στρατιωτική της ύπαρξη στις σχέσεις της με την Αμερική. Και εγώ να δεχθώ, αν θέλετε, αυτή τη στρατηγική, αφού μέχρι τις αρχές του 1980 η Ρωσία ήταν μια σημαντικά «κεκλεισμένων των θυρών» χώρα, με ένα πολίτευμα μη συμβατό με τις αξίες της δύσης, και η Κίνα μια χώρα με αδύναμη οικονομία, χαμηλή ανάπτυξη και σίγουρα σε μεγάλο βαθμό εσωστρεφής. Από το μακρινό όμως 1980 έχουν περάσει 45 χρόνια, μέσα στα οποία έγιναν τεκτονικές αλλαγές παγκοσμίως. Η Ρωσία έγινε θιασώτης της ελεύθερης οικονομίας, η Κίνα μεταμορφώθηκε ολοκληρωτικά σε οικονομικό και πολιτικό επίπεδο, νέες οικονομίες όπως η νότια Κορέα, οι Ινδίες, η Ινδονησία αλλά και η Νότια Αφρική, οι χώρες του κόλπου αλλά και η Τουρκία, εξελίχθηκαν σε σημαντικούς οικονομικούς, πολιτικούς αλλά και στρατηγικούς παράγοντες στο διεθνές μάλιστα γίγνεσθαι. Όταν όλα γύρω σου αλλάζουν δραματικά, δεν είναι δυνατόν εσύ να μένεις σταθερός στην ιδεολογία και τη στρατηγική του 1952 ή του 1985.

Το φαινόμενο Trump ίσως είναι μια τελευταία ευκαιρία της Ευρωπαϊκής Ένωσης να αφυπνιστεί και να δει τη νέα πραγματικότητα χωρίς προκαταλήψεις και ξεπερασμένες οικονομικά και πολιτικά στρατηγικές. Είναι το «λάκτισμα στα οπίσθια της», που ελπίζουμε να την ωθήσει προς τα εμπρός. Διαφορετικά θα ισχύσει αυτό που λένε και οι έμπειροι στην πολιτική και τη διπλωματία Εγγλέζοι, ότι κάθε «λάκτισμα στα οπίσθια δεν συμβάλλει απαραίτητα σε ώθηση προς τα εμπρός, κάποια απλώς σε πληγώνουν». Θέματα όπως η ασφάλεια, η στρατιωτική αυτοδυναμία, η εμπορική αξιοποίηση αγορών δισεκατομμυρίων καταναλωτών, όπως η Κίνα, η Ινδία, η Ινδονησία, η Νότια Αμερική και όχι μόνο, πρέπει να αποτελέσουν τις άμεσες προτεραιότητες της κοινής πολιτικής των οργάνων της Ευρωπαϊκής Ένωσης αλλά και των ηγετών των 27 χωρών μελών της. Ο πόλεμος της Ουκρανίας θα λήξει αναπόφευκτα μέσα στο 2025. Ο επαναπροσδιορισμός των σχέσεων με τη Ρωσία είναι από τα βασικά και κρίσιμα ζητούμενα. Δεν θεωρώ ότι Ρωσία αποτελεί στρατιωτική απειλή για την Ευρώπη. Δεν κινδυνεύει η Γερμανία, η Γαλλία ή η Ιταλία από τη Ρωσία. Και ιστορικά να το δούμε, από την εποχή του Ναπολέοντα και του πολέμου της Κριμαίας ή του Α’ και Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, η Ρωσία αμυνόταν εισβολείς στα πάτρια εδάφη. Την ίδια στιγμή, θεωρώ, ότι δεν διατρέχουν κίνδυνο στρατιωτικής εισβολής ούτε οι χώρες που δημιουργήθηκαν ή έφυγαν από τη Σοβιετική επιρροή, την δεκαετία του 80, μετά την ιστορική αυτοδιάσπαση της Σοβιετικής Ένωσης. Η Ουκρανία έκανε το λάθος να προκαλέσει την πληγωμένη Ρωσία, με το ΝΑΤΟ και το άγριο μπούλινγκ στους ρωσόφωνους της ανατολικής Ουκρανίας πολίτες, και βέβαια το πλήρωσε ακριβά. Δεν ρίχνεις αλάτι σε πληγωμένη αρκούδα και περιμένεις αυτή να μείνει αδρανής στο έδαφος. Εδώ ο Trump έχει δίκιο ότι η Ουκρανία έχει τις ευθύνες της για τον αιματηρό τριετή πόλεμο. Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι η Ρωσία έχει επεκτατικές βλέψεις προς εμάς. Εδώ δεν τα κατάφερε με μία μέτρια οικονομικά και πληθυσμιακά χώρα όπως η Ουκρανία, θα τα βάλει με ένα group χωρών όπως η Ευρωπαϊκή Ένωση; θα πρέπει να είναι τρελή. Δεν νομίζω ότι είναι. Δεν τους υπερασπίζομαι αλλά ούτε είμαι κολλημένος με ιδεολογικές και πολιτικές ξεπερασμένες αντιλήψεις. Σαν οικονομολόγο με ενδιαφέρει η παγκόσμια ευημερία και η ειρηνική συνύπαρξη των λαών. Ιστορικά δε σκεπτόμενος, δεν πιστεύω ότι η Ρωσία αποτελεί εν δυνάμει εχθρό για την ασφάλεια της Ευρώπης. Αντίθετα, οι οικονομίες των βασικών χωρών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ωφελήθηκαν τα μέγιστα από την παροχή ενέργειας και πρώτων υλών από τη Ρωσία, ιδιαίτερα μετά το 1988. Η Γερμανία ειδικότερα, πρέπει να κάνει την αυτοκριτική της και τώρα είναι η καταλληλότερη ώρα. Η Ευρώπη, σε αυτό το δύσκολο σταυροδρόμι, πρέπει να τολμήσει να ξεπεράσει τις αγκυλώσεις της και να λειτουργήσει σαν η τρίτη πληθυσμιακά και οικονομικά δύναμη που μπορεί να εξελιχθεί ακόμα πιο δυναμικά και αποτελεσματικά για το συμφέρον των πολιτών της. Είναι καθολική απαίτηση όλων μας.

Και ερχόμαστε τέλος στα καθ’ ημάς καθ’ ημάς, στην Ελλάδα. Στον τίτλο μας κάνουμε αναφορά στην μιζέρια μας. Έχουμε άδικο; Μια χώρα με μοναδικό φυσικό και κλιματικό περιβάλλον, με αξεπέραστη πολιτιστική κληρονομιά, ιδιαίτερης στρατηγικής σημασίας γεωγραφική θέση, μεταξύ ανατολής και δύσης, αλλά και βορρά και νότου, και καταφέρνουμε σε όλους τους διεθνείς δείκτες ευημερίας και ευτυχίας να βρισκόμαστε στις τελευταίες θέσεις, πίσω ακόμα και από χώρες όπως η Λιβύη. Διάβαζα πρόσφατα, ότι ο δείκτης ευτυχίας που μετράει μεταξύ των άλλων την διαφάνεια, την ασφάλεια, το βαθμό εμπιστοσύνης στη δικαιοσύνη, αλλά και το επίπεδο οικονομικών απολαβών ενός λαού, μας κατέταξε στην 80η θέση από την 60η που κατείχαμε. Μιλάμε ότι αυτό για τη χώρα μας δεν είναι δείκτης ευτυχίας, αλλά δείκτης πραγματικής μιζέριας. Ειλικρινά δεν το αξίζουμε. Είναι ντροπή μας. Θα τρίζουν σίγουρα τα κόκαλα του Περικλή, του Πλάτωνα αλλά και των Ελευθερίου Βενιζέλου και Κωνσταντίνου Καραμανλή του πρεσβύτερου. Φταίει το κράτος και οι κυβερνήσεις; ναι φταίει το κράτος και οι κυβερνήσεις που κυβέρνησαν τουλάχιστον μετά τον Β Παγκόσμιο Πόλεμο. Έκαναν όλοι τους, όσα δεν έπρεπε να κάνουν, και δεν έκαναν όσα έπρεπε να κάνουν. Να σας θυμίσω μερικά, αφού ανήκοντας στη γενιά των μπέιμπι μπουμερς είχα την τύχη ή ατυχία να τα βιώσω προσωπικά.

Corporate Buildings, Women In Business & Science
Πρώτον, τη συνεχή ανάμειξη της βασιλείας στην πολιτική της χώρας, με αποτέλεσμα λαός και κυβερνήσεις να χωριστούν σε δύο στρατόπεδα, από τη λήξη τουλάχιστον του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου έως το 1975. Το αποκορύφωμα η επταετία του «γύψου» για τη χώρα από το 1967 ως το 1974.

Δεύτερον, η χαμένη περίοδος του Ανδρέα Παπανδρέου, όπου η Ελλάδα έχασε μια μεγάλη ευκαιρία να αλλάξει το οικονομικό προφίλ της, και με τη βοήθεια της γενναίας οικονομικής ενίσχυσης της Ευρωπαϊκής Ένωσης, να μετατραπεί σε μια χώρα που παράγει περισσότερα από ότι καταναλώνει. Αντί αυτού, έγινε η χώρα των επιδομάτων και των δημόσιων αχρείαστων στην πλειονότητα τους υπαλλήλων. Σαν αποτέλεσμα, και με τις ανούσιες κυβερνήσεις Σημίτη και Καραμανλή του νεότερου, βρέθηκε στη χειρότερη, στη νεότερη ιστορία μας κρίση την περίοδο 2010-2020. Η κρίση αυτή, δεν ήταν μόνο οικονομική αλλά και βαθιά κοινωνική και πολιτική. Τραγική υποβάθμιση σε αξίες (βλέπε ακίνητα), υποδομές (βλέπε Τέμπη), δείκτες ευημερίας, ανάπτυξη χρηματιστηρίου, ανθρώπινου δυναμικού (βλέπε μετανάστευση Ελλήνων), θεσμών (βλέπε δικαιοσύνη), πολιτικών κομμάτων με διάσπαση σε πλειάδα ακροδεξιών, αριστερών και κεντρώων κόμματων, πώληση όλων των σημαντικών στρατηγικών δημόσιων υποδομών της χώρας, όπως τηλεπικοινωνίες, λιμάνια, αεροδρόμια, ορυκτό και ενεργειακό πλούτο (βλέπε Χαλκιδική-ΔΕΗ) παραλίγο και Ακρόπολη. 15 χρόνια μετά την έναρξη αυτής της αρχικά διεθνούς κρίσης, είμαστε η μοναδική χώρα που το ακαθάριστο εθνικό προϊόν σήμερα υπολείπεται του αντίστοιχου του 2009 (227 δις έναντι 237 δις). Η σημερινή κυβέρνηση, που αγωνίζεται όπως η ίδια ισχυρίζεται, να ανατρέψει τα επακόλουθα της μαύρης δεκαετίας 2010-2020, και μετά από 6 χρόνια διακυβέρνησης, βυθίζεται σε μια απίστευτη εσωστρέφεια, διαπράττοντας το ένα λάθος μετά το άλλο. Αντί λοιπόν να αξιοποιήσει ένα πακτωλό κοινοτικών χρημάτων για να βελτιώσει υποδομές, θεσμούς αλλά και παραγωγικό μοντέλο, επιτρέπει στον εαυτό της να εμπλακεί σε υποθέσεις αυτοκαταστροφής, όπως οι παρακολουθήσεις πολιτικών και όχι μόνο προσώπων, το θέμα της δικαιοσύνης για τα Τέμπη, τις εσωκομματικές διαμάχες, τα στενά οικονομικά συμφέροντα των ολιγαρχών. Υπερηφανεύεται ότι το ΑΕΠ, τα τελευταία χρόνια, έχει ανάπτυξη γύρω στο 2,5%, όταν αυτό, για να καλύψει την ψαλίδα, θα έπρεπε να είναι τουλάχιστον 5%. Το ίδιο κάνει με τον κατώτατο μισθό, που σήμερα ισοδυναμεί μόλις με το κόστος ενοικίασης ενός μέσου διαμερίσματος. Δηλαδή αντιμετώπιση ελέφαντα με οδοντογλυφίδα. Την ίδια στιγμή, είναι σχεδόν βέβαιο, ότι χάνονται τουλάχιστον 10 δισεκατομμύρια από το ταμείο ανάκαμψης και άλλα τόσα από ΕΣΠΑ και λοιπά χρηματοπιστωτικά εργαλεία της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Και πώς να μη γίνει αυτό, αφού από τις 700.000 μικρομεσαίες επιχειρήσεις, μόνο 30.000 έχουν πιστοληπτική ικανότητα να διεκδικήσουν χορηγίες, οι δε υπόλοιπες, κατά τη διάρκεια της δεκαετούς πρωτόγνωρης κρίσης βρέθηκαν με κόκκινα δάνεια και υποχρεώσεις και μαυρισμένο μητρώο.

Greek Parliament, Women In Business & Science

Ποιοι λοιπόν θα απορροφήσουν το κοινοτικό χρήμα ανάπτυξης και αναδιάρθρωσης; όσοι ήταν να πάρουν το πήραν. Οι άλλοι βλέπουν το χρήμα μόνο σε τηλεοράσεις και τα χαρτιά. Τι θα γίνει άραγε μετά το τεράστιο ταμείο ανάκαμψης τον Αύγουστο του 2026; πού θα πέσει ο ρυθμός αύξησης του ΑΕΠ; πόσο θα συνεχίσει να αυξάνει ο ελληνικός τουρισμός, τα επόμενα χρόνια, για να μειώνει το ούτως ή άλλως τεράστιο (35 δις.) εμπορικό έλλειμμα; Ερωτήματα που έπρεπε να είχαν απαντηθεί από την Ελληνική Κυβέρνηση μέσα στα 6 χρόνια της διακυβέρνησής της. Πάμε όμως και στον Έλληνα πολίτη. Δεν φταίνε μόνο οι κυβερνήσεις όλων αυτών των χρόνων.

Άλλωστε και αυτοί που μας διοικούν, άνθρωποι από εμάς είναι και όχι εξωγήινοι. Φταίμε και εμείς. Και πρωτίστως εμείς. Ο τρόπος και κυρίως τα κριτήρια με τα οποία επιλέγουμε τις κυβερνήσεις μας, η καθημερινή μας συμπεριφορά στην εργασία, στους δρόμους, στις ανεξέλεγκτες χωματερές που πετάμε ότι κρίνουμε μη αναγκαίο, στην ανοχή χιλιάδων μικρών αλλά αθροιστικά σημαντικών γεγονότων που εξελίσσονται καθημερινά δίπλα μας, όπως λόγου χάρη η έμφυλη βία, η βία στους νέους στα σχολεία και άλλα πολλά, είναι τρομακτικής σημασίας για το επίπεδο διαβίωσης. Δεν αρκεί να ξεσηκωνόμαστε σε συμβάντα όπως τα Τέμπη ή το Μάτι. Χρειάζεται ενεργός συμμετοχή και σε ήσσονος σημασίας γεγονότα που όμως προϊδεάζουν και εκτρέφουν απόκλιση μιας ολόκληρης κοινωνίας από τις σωστές ράγες. Τα πάντα ξεκινούν μέσα από την ίδια την οικογένεια, για να ολοκληρωθούν στο σχολείο και στον κοινωνικό περίγυρο. Εδώ υπάρχει η ατομική ευθύνη και του σήμερα και του αύριο. Και αυτό ισχύει σε όλα τα επίπεδα. Και στο οικονομικό και στο κοινωνικό και βέβαια και στο πολιτικό. Αν θεωρούμε ότι οι πολιτικοί μας είναι ανίκανοι, και δεν μας αξίζουν, τότε η λύση είναι να γίνουμε εμείς πιο ικανοί και να καλύψουμε το κενό. Σε διαφορετική περίπτωση, ας μη διαμαρτυρόμαστε, και ας αποδεχτούμε εσαεί την αφάνταστη μιζέρια μας.

Κοινοποίησε αυτό το άρθρο:

Περισσότερα άρθρα

Διαβάστε το τελευταίο τεύχος