Γυναίκες στην κορυφή. Και οι άνδρες; Δίπλα ή απέναντι;

Γυναίκες επικεφαλής σε διεθνείς κολοσσούς, γυναίκες ανώτατα στελέχη, γυναίκες πιλότοι, γυναίκες καπετάνιοι, γυναίκες στην κορυφή των επιστημών -και η λίστα δεν έχει τέλος. Πώς νιώθει όμως ένας άνδρας όταν βρίσκεται ξαφνικά υφιστάμενος μιας δραστήριας, δυναμικής γυναίκας. Πότε θα σταθεί δίπλα της και πότε απέναντί της; Ποιοι είναι οι παράγοντες που θα ρυθμίσουν τη μεταξύ τους σχέση; Μπορεί να μη θεωρείται «πολιτικά ορθό» να βάζουμε πρόσημο φύλου στις επαγγελματικές ιδιότητες, όμως τα στερεότυπα διατηρούν ακόμα την ισχύ τους και είναι ενδιαφέρον να δούμε πώς λειτουργούν στο επαγγελματικό πεδίο.

Πρόσφατα διάβαζα μια έρευνα που έλεγε, μεταξύ άλλων, πως όταν οι γυναίκες αποκτούν υψηλές θέσεις στην επαγγελματική ιεραρχία και έχουν μάλιστα πρωταγωνιστικό ρόλο στην παροχή αγαθών στην οικογένεια, οι άνδρες -ακόμα κι εκείνοι που υποστηρίζουν έμπρακτα την ισότητα των δύο φύλων- τις νιώθουν, συνειδητά ή μη, απειλή για την αρρενωπότητά τους. Σύμφωνα με το συγγραφέα του σχετικού άρθρου, στη σημερινή δυτική κοινωνία η έννοια της αρρενωπότητας είναι, έτσι ή αλλιώς, ιδιαίτερα εύθραυστη.

Φυσικά, δεν είναι ούτε η πρώτη ούτε η τελευταία φορά που βλέπουν το φως της δημοσιότητας έρευνες σχετικά με το πώς εξελίσσονται οι σχέσεις των φύλων στη δουλειά, αλλά και στην προσωπική ζωή. Η προσπάθεια για την ισότητα -ή, αν προτιμάτε, για την ισοτιμία- μεταξύ τους κοντράρεται με πανίσχυρα στερεότυπα, καθώς και με γενετικές εγγραφές που δεν είναι εύκολο να ξεπεραστούν.

Το ερώτημα είναι πού οφείλονται όλα αυτά και τι θα ήταν καλό να ξέρουμε για να καταλάβουμε πως θα λειτουργήσει για παράδειγμα ένας άντρας – στέλεχος σε μια επιχείρηση, από τη στιγμή που τη θέση του «αφεντικού» του πάρει μια γυναίκα.

Καταρχήν, αν το δούμε από την άποψη της ψυχολογίας, ο άνδρας που πρέπει να «υπακούει» μια γυναίκα θα της μεταφέρει συναισθήματα που συνδέονται με την κυριαρχική μορφή της μητέρας, έτσι όπως την έχει βιώσει ο ίδιος. Η συμπεριφορά του δηλαδή θα εξαρτηθεί από το γυναικείο/μητρικό πρότυπο που έχει. Ανάλογα με αυτό το πρότυπο, τα συναισθήματα που θα μεταφέρει στη γυναίκα προϊσταμένη του, θα αποτελούν μια «ρέπλικα» της σχέσης που είχε με τη μητέρα του. Με πολύ απλά λόγια, αν η μητέρα ήταν ένα θετικό πρότυπο για τον άνδρα -αν τον σεβόταν, τον εκτιμούσε, αναγνώριζε την αξία του- τότε θα σεβαστεί κι εκείνος την προϊσταμένη του, θα την ακούει, θα τη σέβεται και θα τη στηρίζει. Εάν όμως είχε βιώσει αρνητικά συναισθήματα από τη μητέρα του -υποτίμηση, απαξίωση κ.λπ.- τότε δεν θα φέρνει μεν αντίρρηση στη γυναίκα-αφεντικό, αλλά τα βιώματά του θα τον οδηγήσουν να είναι υπό-παραγωγικός και να νιώθει θυμό για εκείνη. Θα θεωρεί την ηγετική συμπεριφορά της ως ακόμα μια πληγή που του θυμίζει πόσο ανεπαρκής αισθάνεται και δεν θα τολμά να αναμετρηθεί μαζί της, καθώς θα ζει με την αγωνία μήπως τον αμφισβητήσει. Από την πλευρά της γυναίκας προϊσταμένης, αν η ίδια είχε ένα θετικό ανδρικό/πατρικό πρότυπο, τότε θα έχει καλή σχέση με τον άντρα υφιστάμενό της και δεν θα νιώθει ότι εκείνος την απειλεί. Αν ο πατέρας της τη θαύμαζε και έπαιρνε το μέρος της, θα διοικεί τους άνδρες υφισταμένους της με ισοτιμία. Αν όχι, θα γίνει σκληρή, ίσως και άδικη μαζί τους. Σε άλλες περιπτώσεις, θα ταυτίσει τον υφιστάμενο της με τον φοβισμένο εαυτό της απέναντι στον πατέρα της και δεν θα έχει καλή σχέση μαζί του. Θα βλέπει μπροστά της ένα φοβισμένο αρσενικό και θα τον υποτιμήσει. Η συμπεριφορά της θα εξαρτάται από το τι της θυμίζει ένας άνδρας. Αντίστοιχα, αν η δική της μητέρα δεν έκανε, λόγου χάρη, χώρο στον πατέρα της, ούτε εκείνη θα κάνει χώρο στους υφισταμένους της.

Σε όλες αυτές τις περιπτώσεις -και σε χιλιάδες άλλες που δεν έχουμε χώρο να αναφέρουμε εδώ- το σημαντικό συμπέρασμα/αξίωμα είναι ότι τα γονεϊκά πρότυπα παίζουν καταλυτικό ρόλο στο πώς σχετίζονται και επικοινωνούν οι άνθρωποι.
Τα περισσότερα προβλήματα των ανθρώπων οφείλονται στη σχέση που είχαν με τους γονείς τους και κυρίως με τη μητέρα τους. Αν θέλουν λοιπόν να τα λύσουν, θα πρέπει πρώτα να λύσουν τα θέματα που είχαν ή έχουν ακόμα μαζί της.

Σε ένα από τα προηγούμενα βιβλία μου, με τίτλο «Τι θα Κάνω με Σένα, Μαμά;», έγραφα: ενοχή, τρυφερότητα, θυμός, αγάπη… Κανείς άλλος εκτός από τη μητέρα μας δεν μπορεί να μας προκαλέσει όλα αυτά τα συναισθήματα ταυτόχρονα -γι’ αυτό και η σχέση μας μαζί της είναι ένας πραγματικός γρίφος που συχνά δυσκολεύει τη ζωή μας. Στόχος μας είναι, ως ενήλικες, να λύσουμε αυτόν τον γρίφο και να αποκαταστήσουμε την εικόνα της μητέρας μας έτσι όπως είναι, και όχι όπως την είχαμε σχηματίσει μέσα μας ως παιδιά, ξεπερνώντας τα όποια τραύματα μάς δημιούργησε η συμπεριφορά της. Όπως και στο καινούργιο μου βιβλίο, «Τα Σημάδια που Μένουν», το οποίο αναφέρεται στη συναισθηματική κακοποίηση, είναι προφανές ότι σχεδόν όλες αυτές οι περιπτώσεις της τόσο διαδεδομένης αυτής μορφής βίας, έχουν τη ρίζα τους σε δυσλειτουργικά οικογενειακά πρότυπα. Τα σημάδια που μένουν από τέτοιες σχέσεις είναι όντως βαθιά και καθοριστικά – αν όμως αποφασίσουμε να δουλέψουμε σοβαρά και μεθοδικά με τον εαυτό μας, μπορούμε να τα διαχειριστούμε αποτελεσματικά και έτσι να είμαστε καλύτεροι συνάδελφοι, προϊστάμενοι, σύντροφοι, φίλοι και γονείς.

Άφησα για το τέλος κάτι που θεωρώ ότι έχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον, ειδικά σε μια εποχή που μιλάμε όλο και περισσότερο για την εταιρική κοινωνική ευθύνη και την πρόθεση πολλών εταιριών να αφήνουν ένα θετικό αποτύπωμα στο περιβάλλον και στην κοινωνία στην οποία δραστηριοποιούνται: με δεδομένο ότι για κάθε άνδρα η γυναίκα είναι πάντα η γυναίκα-μάνα, δηλαδή ένα κυριαρχικό πρόσωπο, στα μάτια του η γυναίκα επιχειρηματίας ή προϊσταμένη θα είναι πιο άξια και αποδεκτή εάν, παράλληλα με τις αρμοδιότητες της δουλειάς της, ασκεί και κοινωφελές έργο. Αυτό θα απαλύνει την αιχμηρή, εκφοβιστική εικόνα της σκληρής, ισχυρής γυναίκας, όπως ενδεχομένως την έχει μέσα του. Το πρότυπο της γυναίκας που προσφέρει κοινωφελές έργο και βοηθάει τους άλλους είναι πολύ πιο οικείο για τους άνδρες. Οι άντρες υφιστάμενοί της θα σπεύσουν στο πλευρό της για να τη βοηθήσουν στο φιλανθρωπικό έργο της και εκείνη υποσυνείδητα θα χρησιμοποιήσει αυτούς που δείχνουν να έχουν τη μεγαλύτερη δυσκολία με τις γυναίκες και οι οποίοι θα είναι πιο κοντά στους σκοπούς αυτούς. Έτσι, συγχωρώντας μια γυναίκα που μπορεί να είναι σκληρή, αλλά ταυτόχρονα κάνει καλό στους άλλους, θα βοηθηθούν να συγχωρήσουν και τη δική τους μητέρα. Εδώ, αξίζει να προσθέσουμε ότι όλα τα κοινωφελή έργα που αναλαμβάνουν οι γυναίκες κρύβουν εσωτερικές δικές τους πληγές που ζητούν, μέσα από τη φιλανθρωπική δραστηριότητα, να θεραπευτούν. Οι γυναίκες είναι, κατά κάποιο τρόπο, γεννημένες και μεγαλωμένες για να ασκούν θεραπευτικούς ρόλους –όσο και αν αυτό μπορεί να μην ακούγεται τόσο «πολιτικά ορθό». Ας μην ξεχνάμε όμως ότι η πολιτική ορθότητα προϋποθέτει να έχουμε μια καλή σχέση με τον εαυτό μας και να είμαστε έτοιμοι να κατανοήσουμε βαθιά, να επεξεργαστούμε και να βρούμε μέσα μας μια ισορροπία ανάμεσα στα στερεότυπα και τις ανάγκες των καιρών.

Κοινοποίησε αυτό το άρθρο:

Περισσότερα άρθρα

Διαβάστε το τελευταίο τεύχος