Αποτελεσματικό και ασφαλές φάρμακο όταν δίνεται σε δόσεις μέχρι 1200mg ημερησίως αποτελεί η ιβουπροφαίνη, η οποία παραμένει βασικός πυλώνας στο αναλγητικό οπλοστάσιο.
Πολυάριθμες τυχαιοποιημένες κλινικές δοκιμές, μελέτες και δεκαετίες κλινικής εμπειρίας, επιβεβαιώνουν τους παραπάνω ισχυρισμούς. Πολύ πρόσφατα, σε την Expert Forum, στο οποίο συμμετείχαν 16 ειδικοί/experts από 10 διαφορετικές ειδικότητες (Κλινική Φαρμακολογία, Γενική Ιατρική, Παθολογία, Γαστρεντερολογία, Παιδιατρική, Νευρολογία, Γηριατρική, Χειρουργική, Γυναικολογία, Φαρμακευτική) και κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι η ιβουπροφαίνη με τη μορφή της υγρής κάψουλας έχει συγκριτικά τον χαμηλότερο κίνδυνο καρδιαγγειακών, γαστρεντερολογικών, ηπατρικών και νεφρικών ανεπιθύμητων ενεργειών μεταξύ των μη στεροειδών αντιφλεγμονωδών φαρμάκων (ΜΣΑΦ).
“Μεταξύ των μη στεροειδών αντιφλεγμονωδών φαρμάκων (ΜΣΑΦ), η ιβουπροφαίνη με τη μορφή της υγρής κάψουλας έχει συγκριτικά χαμηλό κίνδυνο καρδιαγγειακών, γαστρεντερολογικών, νεφρικών και ηπατικών ανεπιθύμητων ενεργειών. Οι ανεπιθύμητες δε ενέργειες φαίνεται να εξαρτώνται από τη δόση, τα συγχορηγούμενα φάρμακα και τον πληθυσμό ασθενών”, τόνισε ο κ. ‘Αρις Γκόβας, Γενικός Ιατρός.
Η σωστή δόση
“Το μέγιστο αναλγητικό αποτέλεσμα”, εξήγησε, “δίδεται με την δόση των 400mg/dose παρόλο που η ιβουπροφαίνη προτείνεται και χρησιμοποιείται λανθασμένα σε δόσεις των 600mg για οξύ άλγος. Αυτή είναι μία λάθος θεωρία και αντίληψη που θα πρέπει να «σπάσει»”.
Στα 400 mg, όπως έδειξε η μελέτη Pain που πραγματοποιήθηκε σε δείγμα 8.600 ασθενών, η ιβουπροφαίνη έχει δράση παρόμοια με την παρακεταμόλη, χωρίς καμιά διαφορά στις ανεπιθύμητες ενέργειες (ηπατικές, γαστρεντερικές και καρδιαγγειακές) και στατιστικά σημαντική διαφορά σε σχέση με την ασπιρίνη σε σχέση με τις ανεπιθύμητες ενέργειες.
Ο κ. Γκόβας αναφέρθηκε και στην εμπειρία του από τη χρήση της ιβουπροφαίνης στον κορονοϊό, όπου όπως τόνισε χρησιμοποιήθηκε με άριστα αποτελέσματα και ασφάλεια. Άλλωστε, όπως επεσήμανε, “ένα μόριο δεν αρκεί να είναι μόνο αποτελεσματικό, πρέπει να είναι και ασφαλές”.
Υγρή μορφή
Το μέγιστο θεραπευτικό όφελος από την ιβουπροφαίνη, τόνισαν οι ειδικοί, φαίνεται να λαμβάνεται από την υγρή μορφή της που αρχίζει να δρα στα 6,6 λεπτά από τη λήψη, εξασφαλίζοντας γρήγορη δράση, πλήρη αναλγησία και χαμηλή δόση. “Mε την υγρή μορφή, έχουμε ελάττωση του χρόνου έναρξης δράσης κατά 2-3 φορές, 30% μεγαλύτερη αντιφλεγμονώδη δράση, ενώ είναι πέντε φορές ασφαλέστερη”, σημείωσε η Μαιευτήρας Γυναικολόγος, Αναπλ. Καθηγήτρια Κλινικής Φαρμακολογίας Ιατρικής Σχολής ΑΠΘ, κυρία Χρυσάνθη Σαρδέλη.
Όχι εναλλάξ αντιπυρετικά στα παιδιά
Σύμφωνα με τα όσα ανεφέρθηκαν στο Expert Forum, η ιβουπροφαίνη προτιμάται σήμερα ως μονοθεραπεία στην αντιμετώπιση του πυρετού στα παιδιά, καθώς με αυτό τον τρόπο αυξάνεται η αποτελεσματικότητα, τόνισε η κ. Σαρδέλη.
Η Καθηγήτρια αναφέρθηκε επίσης στην αποτελεσματικότητα της ιβουπροφαίνης στον οξύ μετεγχειρητικό πόνο, στο μεγάλο πλεονέκτημά της ότι δεν απαιτεί γαστροπροστασία, σημειώνοντας ότι είναι “το πιο ασφαλές από τα μη στεροειδή αντιφλεγμονώδη”.
Οι συμμετέχοντες στο Expert Forum αποφάσισαν μάλιστα να πραγματοποιηθεί από το Εργαστήριο Κλινικής Φαρμακολογίας του ΑΠΘ με τη συνεργασία Επιστημονικών Ιατρικών Εταιρειών Γενικής Ιατρικής π.χ. της ΕΕΕΕΠ και του ΕΚΟΓΙ, ένα συστηματικό review και μετανάλυση με τίτλο «Συγκριτική εκτίμηση της ασφάλειας της ιβουπροφαίνης σε σχέση με την παρακεταμόλη».
*Όλα τα παραπάνω παρουσιάστηκαν στο πλαίσιο πρόσφατης Συνέντευξης Τύπου που οργάνωσε η Reckitt Health.
Πηγή: www.dyomagazine.gr