Από τoν Σπύρο Παπαθανασίου Επίκουρο Καθηγητή, Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών
Κοινός τόπος είναι ότι ο οικονομικός αναλφαβητισμός αποτελεί ένα σοβαρό κοινωνικό -και όχι μόνο- πρόβλημα στα παγκοσμιοποιημένα πλέον χρηματοοικονομικά συστήματα. Κάτω από αυτό το πρίσμα, η ανεπαρκής γνώση οικονομικών/ επιχειρηματικών εννοιών έχει προσελκύσει το ενδιαφέρον τόσο των κυβερνήσεων όσο και των επιχειρήσεων.
Τα τελευταία χρόνια, μέσα από τη μεγάλη δημοσιονομική και χρηματοπιστωτική κρίση, τόσο οι Έλληνες όσο και οι Ελληνίδες ως πολίτες και ως επιχειρηματίες, κάθε ηλικίας, ήρθαν σε επαφή σε μεγαλύτερο βαθμό με τη μεταβαλλόμενη οικονομική πραγματικότητα και έπρεπε, και πρέπει, να κατανοήσουν σημαντικές οικονομικές/ επιχειρηματικές έννοιες. Παράλληλα, η επιχειρηματικότητα αποτελεί επείγουσα λύση, τώρα που το δημόσιο δείχνει να έχει κλείσει τους «κρουνούς» της απασχόλησης. Σύμφωνα με τη Eurostat, η Ελλάδα καταγράφει το δεύτερο μεγαλύτερο ποσοστό ανεργίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Επίσης, στη χώρα μας καταγράφεται το υψηλότερο ποσοστό άνεργων γυναικών, με την Ισπανία να ακολουθεί.
Η αντίληψη ότι η οικονομική/ επιχειρηματική εκπαίδευση, αλλά και οι διαφόρου τύπου εκπαιδευτικές δραστηριότητες που αφορούν στις οικονομικές/ επιχειρηματικές λειτουργίες, ενδιαφέρουν μόνο εκείνους που ακολουθούν οικονομικές σπουδές ή δουλεύουν σε αμιγώς οικονομικές επιχειρήσεις και οργανισμούς, είναι πλέον ξεπερασμένη και συχνά λειτουργεί ανασχετικά στην προσπάθεια ένταξης των πτυχιούχων στην αγορά εργασίας αλλά και πολλών επιχειρηματιών να εκμεταλλευτούν τις ευκαιρίες που παρουσιάζονται.
Συμβαίνει συχνά οι πολίτες, ανεξάρτητα από το αντικείμενο σπουδών ή το επάγγελμα που ακολουθούν, να εργάζονται στο πλαίσιο μιας επιχείρησης η οποία απαιτεί από αυτούς να εμπλακούν σε διεργασίες που ενδεχομένως απέχουν πλήρως από αυτά που σπούδασαν στο πλαίσιο των τριτοβάθμιων σπουδών τους. Το πρόβλημα γίνεται ακόμη πιο έντονο στην περίπτωση που ένα άτομο το οποίο δεν έχει σπουδάσει οικονομικά αποφασίζει να δημιουργήσει μια δική του επιχείρηση, η οποία θα δραστηριοποιείται στο αντικείμενο σπουδών του. Η έλλειψη γνώσεων και επιχειρηματικών/ επαγγελματικών δεξιοτήτων είναι εμφανής και οδηγεί τους νέους αλλά και τους παλαιότερους επιστήμονες είτε να δαπανήσουν ένα τμήμα των περιορισμένων πόρων τους σε “ειδικούς” με αμφίβολα αποτελέσματα είτε να οδηγούνται σε θεμελιώδη επιχειρηματικά λάθη.
Συμπληρώνοντας τα παραπάνω κομμάτια του «πάζλ», ένας νέος αλλά και ένας παλαιότερος επιχειρηματίας έχουν «κέρδος» από την περαιτέρω γνώση και επιμόρφωση σε επιχειρηματικά θέματα. Ειδικότερα, η εισαγωγή κάποιων περιφερειακών οικονομικών εννοιών και στοιχείων επιχειρηματικότητας στον Έλληνα και την Ελληνίδα θα τους οδηγήσουν στη βελτίωση της επαγγελματικής τους οπτικής και θα τους εξοικειώσουν με το σύνθετο οικονομικό και κοινωνικό περιβάλλον. Κάθε επιστήμονας είναι σίγουρο ότι κατέχει άριστα την επιστήμη του και ότι έχει όλη την επάρκεια να εξασκήσει το επάγγελμα του. Ωστόσο, παρά το ότι γνωρίζει άριστα την επιστήμη του, δεν γνωρίζει τα συναλλακτικά ήθη, δεν είναι εξοικειωμένος στην επαφή με τα πιστωτικά ιδρύματα, με διαδικασίες δάνειου και άλλα επιμέρους διαχειριστικά θέματα. Δεν γνωρίζει πού θα πρέπει επακριβώς να εγκαταστήσει την επιχείρησή του και γιατί, να συντάξει ένα άτυπο επιχειρηματικό πλάνο και σχέδιο, να παρακολουθήσει τις βέλτιστες πρακτικές σε άλλα θέματα εκτός της στενά οριζόμενης ειδικότητας του. Επίσης, δεν έχει σφαιρικές γνώσεις marketing.
Δύο είναι οι βασικές προϋποθέσεις του «επιχειρείν», η καινοτομία και η δημιουργικότητα. Παράλληλα, ο νέος επιχειρηματίας πρέπει να είναι συνεχώς σε επαφή με την εξελισσόμενη κοινωνική συμπεριφορά, πράγμα που θα τον βοηθήσει να κάνει και προβλέψεις σε νέα οικονομικά δεδομένα και καταστάσεις. Ας θυμηθούμε ότι, κατά τον Βενιαμίν Φραγκλίνο, μια επένδυση στην εκπαίδευση αποδίδει τον καλύτερο τόκο.