Χρύσα Γεωργιάδου-Γρανούζη,
Α’ Αντιπρόεδρος Επαγγελματικού Επιμελητηρίου Θεσσαλονίκης ΕΕΘ
Είναι μητέρα, σύζυγος, γιαγιά, συχνά με πολυετείς και σημαντικές σπουδές, με δεσμεύσεις και υποχρεώσεις προς τα μέλη της οικογένειάς της, παιδιά και ηλικιωμένους γονείς, αλλά και με θέληση, ικανότητες, όνειρα, φιλοδοξίες, όραμα. Και με κάθε δικαίωμα να τα πραγματώσει και να διεκδικήσει επί ίσοις όροις τη θέση της στην κοινωνία, αλλά και στο ελληνικό και ευρωπαϊκό πεδίο της ελεύθερης αγοράς εργασίας. Είναι η γυναίκα του 21ου αιώνα, ο οποίος, σύντομα, ολοκληρώνει ήδη το πρώτο του τέταρτο.
Είναι, όμως, τα πράγματα έτσι;
Είναι σίγουρα καλύτερα από ό, τι ήταν 50, 40, 30 χρόνια πριν. Η αλήθεια, ωστόσο, είναι πως στον τομέα της στήριξης της γυναίκας στον αγώνα της να επιδιώξει και να εκπληρώσει το δυναμικό της στον εργασιακό στίβο, ανταποκρινόμενη παράλληλα με επάρκεια στις οικογενειακές της δεσμεύσεις, τα προσκόμματα είναι ακόμα πολλά και η στήριξη της Πολιτείας και των αρμόδιων φορέων ελλιπής. Και μάλιστα, σε μία χρονική συγκυρία κρίσιμη για την ελληνική οικονομία.
Την υστέρηση της γυναικείας επιχειρηματικότητας και το χάσμα που υφίσταται μεταξύ των φύλων στο πλαίσιο της επιχειρηματικής δραστηριότητας διαπιστώνουν και επιβεβαιώνουν μελέτες και μετρήσεις όλων των ελληνικών και ευρωπαϊκών φορέων, με 3 μόλις αυτοαπασχολούμενες γυναίκες να αντιστοιχούν σε κάθε δέκα άνδρες στο πεδίο του επιχειρείν. Σύμφωνα, μάλιστα, με τον Παγκόσμιο Δείκτη Ισότητας των Φύλων (Gender Gap Index) του Παγκόσμιου Οικονομικού Φόρουμ για το 2022, η Ελλάδα κατέλαβε την 100ή μόλις θέση, καταγράφοντας επιπλέον πτώση. Παράλληλα, κι αυτό είναι εξίσου λυπηρό, για μία χώρα όπως η δική μας όπου το πρόβλημα της υπογεννητικότητας αποτελεί πλέον κρίσιμο ζήτημα με οικονομικές και κοινωνικές διαστάσεις, οι στατιστικές διαπιστώνουν πως όσο ανεβαίνει ο αριθμός των παιδιών σε μία οικογένεια, τόσο μειώνεται η πιθανότητα για τη γυναίκα να έχει απασχόληση.
Το γιατί, εύλογο:
Η απουσία ολοκληρωμένου δικτύου κοινωνικής προστασίας, όπως η παροχή επαρκούς άδειας μητρότητας και οι ελλείψεις σε υποδομές παιδικής μέριμνας, η πολυπλοκότητα των γραφειοκρατικών και διοικητικών διαδικασιών για την ίδρυση και διαχείριση μιας επιχείρησης και ο χρόνος που αυτές απαιτούν, η περιορισμένη πρόσβαση σε πληροφορίες και σε οικονομική και κρατική στήριξη, η αυξημένη δυσκολία ανεύρεσης κεφαλαίου και εξασφάλισης χρηματοδότησης, η ανεπάρκεια προγραμμάτων κατάρτισης και συμβουλευτικής για τη γυναικεία επιχειρηματικότητα και συχνά η ελλιπής πληροφόρηση και η δυσκολία πρόσβασης σε αυτά λειτουργούν ανασταλτικά στην απόφαση μίας γυναίκας να δραστηριοποιηθεί στον χώρο, στερώντας τόσο την ίδια όσο και την κοινωνία και την οικονομία γενικότερα από ένα σημαντικό παράγοντα δημιουργίας παραγωγικού πλούτου και ανάπτυξης.
Σε όλα τα παραπάνω, δεν πρέπει να παραβλέπουμε τον ρόλο των στερεοτύπων που εξακολουθούν, δυστυχώς, να επιβιώνουν και να διαιωνίζονται μέσα από τη ρητή ή άρρητη αναπαραγωγή τους στην κοινωνία.
Η Πολιτεία έχει υποχρέωση, αλλά και συμφέρον, να δημιουργήσει έναν ολοκληρωμένο στρατηγικό σχεδιασμό στήριξης της γυναικείας επιχειρηματικότητας μέσω προγραμμάτων καθοδήγησης, συμβουλευτικής και κατάρτισης, διευκόλυνση πρόσβασης σε δίκτυα υποστήριξης, ανάπτυξης νέων χρηματοδοτικών εργαλείων και αξιοποίηση των υφιστάμενων, ώστε να διασφαλίζεται η δυνατότητα όλων των γυναικών που το επιθυμούν να λαμβάνουν τη βοήθεια που χρειάζονται, χωρίς να μένει καμία στο περιθώριο. Στο πλαίσιο της συλλογικής προσπάθειας και με τον ίδιο στόχο, σημαντική συμβολή μπορεί και πρέπει να έχουν η Τοπική Αυτοδιοίκηση, οι κοινωνικοί και επιχειρηματικοί φορείς.
Οι ευκαιρίες υπάρχουν, τα χρηματοδοτικά εργαλεία επίσης. Σε άμεσο χρόνο, το ΕΣΠΑ 2021-2027, ο Νέος Αναπτυξιακός Νόμος και το Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας προσφέρουν δυνατότητες που μπορούν να αξιοποιηθούν από τις γυναίκες που επιθυμούν να δραστηριοποιηθούν στο πεδίο της ελεύθερης αγοράς, όπως επιδοτήσεις, φορολογικές απαλλαγές και χαμηλότοκα δάνεια. Ωστόσο, χωρίς τον σχεδιασμό μίας μακροπρόθεσμης στρατηγικής και τη θεσμοθέτηση πολιτικών που θα αντιμετωπίζουν αποτελεσματικά όλο το φάσμα των δυσκολιών οι οποίες αποθαρρύνουν σήμερα τις γυναίκες να εισέλθουν και να παραμείνουν με επιτυχία στην ελεύθερη αγορά, στερώντας τους το δικαίωμα της αυτοπραγμάτωσης, τόσο η κοινωνία όσο και η οικονομία θα χάνουν ένα σημαντικό κεφάλαιο παραγωγικής εξέλιξης και ανάπτυξης.